Κατά το άρθρο 18 παρ. 1 και 2 του Ν. 5325/1932 (περί συναλλαγματικής και γραμματίου εις διαταγήν), «Οσάκις η οπισθογράφησις περιέχει την μνείαν "αξίαν εις κάλυψιν", "προς είσπραξιν", "κατά πληρεξουσιότητα", ή πάσαν άλλην μνείαν ενέχουσαν απλήν εντολήν, ο κομιστής δύναται να ασκήση πάντα τα εκ της συναλλαγματικής απορρέοντα δικαιώματα, αλλά δεν δύναται να οπισθογραφήση αυτήν ειμή λόγω πληρεξουσιότητας. Οι υπόχρεοι δύνανται εν τη περιπτώσει ταύτη να επικαλεσθώσι κατά του κομιστού μόνον τας ενστάσεις, αι οποίαι θα ηδύναντο να αντιταχθώσι κατά του οπισθογράφου». Έτσι, όταν ο οπισθογράφος προσθέσει στην οπισθογράφησή του την ανωτέρω μνεία ("αξία προς κάλυψιν", ή "προς είσπραξιν" κλπ.), η οπισθογράφησή αυτή δεν έχει ως αποτέλεσμα τη μεταβίβαση της κυριότητας επί της συναλλαγματικής ή του γραμματίου σε διαταγή και των από τους τίτλους αυτούς απαιτήσεων στον υπέρ ου η οπισθογράφηση, θεωρούμενη, αν ειδικότερα περιέχει τη μνεία "προς είσπραξιν", επί τη βάσει της παρ. 1 του αμέσως ως άνω άρθρου, ως απλή εντολή προς είσπραξη (η οποία παύει με την επιστροφή του τίτλου στον οπισθογράφο-εντολέα) και έτσι ο τελευταίος (ο προς όν η οπισθογράφησή) μπορεί μεν να ασκήσει όλα τα από τη συναλλαγματική ή το γραμμάτιο σε διαταγή δικαιώματα, δηλαδή να εισπράξει το ποσό της συναλλαγματικής ή του γραμματίου, να εναγάγει όλους τους υπόχρεους, να ασκήσει αναγωγή κλπ., κύριος όμως της συναλλαγματικής ή του γραμματίου σε διαταγή και πραγματικός δικαιούχος των από τους τίτλους αυτούς απαιτήσεων εξακολουθεί να παραμένει ο οπισθογράφος. Συνέπεια τούτου είναι, ότι ο υπέρ ου η οπισθογράφηση ασκώντας τα από τη συναλλαγματική ή το γραμμάτιο σε διαταγή δικαιώματα, θεωρείται ότι ενεργεί στο όνομα και για λογαριασμό του οπισθογράφου. Διάδικος, επομένως, στην από τους ως άνω τίτλους δίκη είναι ο κατά πληρεξουσιότητα οπισθογραφήσας, ο οποίος μπορεί να ασκήσει τα δικαιώματα από τους τίτλους αυτούς μόλις ανακτήσει την κατοχή τους.
(ΑΠ 401/2015, iNLAW.GR)