Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 259 παρ. 1 Ν. 4072/2012 περί «Βελτιώσεως επιχειρηματικού περιβάλλοντος - Νέας εταιρικής μορφής - Σημάτων - Μεσιτών ακινήτων - Ρυθμίσεως θεμάτων ναυτιλίας, λιμένων και αλιείας και άλλες διατάξεις» (Φ.Ε.Κ Α΄ 86/11-4-2012), η ομόρρυθμη εταιρία λύνεται α) με την πάροδο του χρόνου διαρκείας της, 3) με απόφαση των εταίρων, γ) με την κήρυξη της σε πτώχευση και δ) με δικαστική απόφαση ύστερα από αίτηση εταίρου, εφόσον υπάρχει σπουδαίος λόγος, ενώ στην εταιρική σύμβαση μπορεί να προβλέπονται και άλλοι λόγοι λύσεως της εταιρίας. Κατά τη διάταξη του άρθρου 249 παρ. 1 του ιδίου ως άνω Ν. 4072/2012, ομόρρυθμη είναι η εταιρία με νομική προσωπικότητα που επιδιώκει εμπορικό σκοπό, για τα χρέη της οποίας ευθύνονται παράλληλα όλοι οι εταίροι απεριόριστα και εις ολόκληρον, ενώ σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 249 του Ν. 4072/2012, εφόσον δεν υπάρχει ειδική ρύθμιση στο αντίστοιχο κεφάλαιο, εφαρμόζονται στην ομόρρυθμη εταιρία οι διατάξεις του Αστικού Δικαίου για την εταιρία, με εξαίρεση τις διατάξεις των άρθρων 758 και 761 ΑΚ. Μάλιστα κατ΄ άρθρο 294 παρ. 1 του Ν. 4072/2012 περί μεταβατικών διατάξεων, ο εν λόγω Νόμος εφαρμόζεται και στις εταιρίες που -κατά την έναρξη της ισχύος του από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, την 11/4/2012, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά σε επιμέρους διατάξεις (άρθρο 330 παρ. 2 Ν 4072/2012)- δεν τελούν σε εκκαθάριση ή σε πτώχευση. Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων του νέου νόμου 4072/2012 συνάγεται ότι οι λόγοι λύσεως προσωπικών εταιριών (Ο.Ε. και Ε.Ε.) διαφέρουν από αυτούς που γίνονταν δεκτοί κατά το προϊσχύσαν δίκαιο και καθορίζονται πλέον με κεντρικούς άξονες τη γενική αρχή της διατήρησης της εμπορικής επιχείρησης και το επιβεβλημένο απομάκρυνσης από τον απόλυτα προσωποπαγή χαρακτήρα των προσωπικών εταιριών.
Η εκ μέρους εταίρου καταγγελία της εταιρίας έχει πλέον απαλειφθεί ως προβλεπόμενος από το νόμο λόγος λύσεως της προσωπικής εταιρίας, ισχύει όμως ως τέτοιος λόγος, εφόσον προβλέπεται στην εταιρική σύμβαση. Ωστόσο, στην εκάστοτε εταιρική σύμβαση, μπορεί να προβλέπονται και άλλοι λόγοι λύσης της εταιρίας (άρθρο 259 παρ. 1 εδ. 2 Ν. 4072/2012, ως ανωτέρω), τέτοιοι δε λόγοι δεν αποκλείεται να είναι και γεγονότα που επιφέρουν άλλωστε και την έξοδο εταίρου από την εταιρία (για την εκούσια έξοδο αυτού, βλ. άρθρο 261 Ν. 4072/2012) που αφορούν σε μεταβολές στο πρόσωπο των εταίρων (όπως θάνατος ή πτώχευση εταίρου ή θέση του, υπό δικαστική συμπαράσταση κλπ., κατ΄ άρθρο 260 παρ. 1-2 Ν. 4072/2012) ή και η καταγγελία της εταιρίας από μέρους εταίρου. Συνεπώς, η καταγγελία αποτελεί πλέον λόγο λύσης της ομόρρυθμης εταιρίας, μόνον αν προβλέπεται στην εταιρική σύμβαση και με τους όρους που προβλέπονται σ΄ αυτή, Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 249, 259, 294, όπως ισχύουν, σύμφωνα με το άρθρο 330 Ν. 4072/2012 (ΦΕΚ Α 86/11-04-2012), συνάγεται ότι, κατά τα προαναφερόμενα, μεταξύ άλλων η ομόρρυθμη εταιρεία λύεται με δικαστική απόφαση, ύστερα από αίτηση εταίρου, εφόσον υπάρχει σπουδαίος λόγος. Η δικαστική λύση της εταιρίας για σπουδαίο λόγο αφορά τόσο την εταιρία αορίστου όσο και την ορισμένου χρόνου. Λαμβάνοντας υπόψη την αρχή της διατήρησης της επιχείρησης και δεδομένου ότι προβλέπεται και δικαίωμα εξόδου του εταίρου, σύμφωνα με το άρθρο 261 του ως άνω νόμου, το δικαίωμα δικαστικής λύσης της εταιρίας συνιστά έσχατο μέσο αντιμετώπισης της κατάστασης που ανέκυψε με τη συνδρομή του σπουδαίου λόγου και εγείρεται επομένως, μόνο σε περίπτωση που δεν ανευρέθηκε άλλος τρόπος άρσης του αδιεξόδου. Ο σπουδαίος λόγος κρίνεται κατά τις περιστάσεις και σε συνάρτηση με τη γενικότερη οργάνωση της συγκεκριμένης εταιρίας, η οποία θα αποτελεί τον κύριο οδηγό για την εκτίμηση της σοβαρότητας της κατάστασης που δημιούργησε ο επικαλούμενος σπουδαίος λόγος. Η ύπαρξή του θα πρέπει πάντως να έχει ιδιαίτερη βαρύτητα και σημαντικές επιπτώσεις στην ομαλή λειτουργία της εταιρίας.
Αυτές οι επιπτώσεις είναι απαραίτητο να παρουσιάζουν το στοιχείο της μονιμότητας και να μην έχουν προσωρινό χαρακτήρα. Εξάλλου, ο σπουδαίος λόγος πρέπει κατά βάση να αναφέρεται στις σχέσεις της εταιρίας και όχι στο πρόσωπο των εταίρων, εκτός αν στη συγκεκριμένη περίπτωση, τα προσωπικά στοιχεία παίζουν πρωτεύοντα ρόλο. Περιστατικά που συνιστούν σπουδαίο λόγο είναι, υπό το πρίσμα των νέων διατάξεων που επικεντρώνουν στην οπτική της εμπορικής επιχείρησης, φορέας της οποίας είναι το νομικό πρόσωπο της εταιρείας, παρά στον προσωποπαγή συμβατικό εταιρικό δεσμό, η κακή πορεία των εταιρικών υποθέσεων και η έλλειψη κερδών, η αθέτηση των εταιρικών υποχρεώσεων και η κακή διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων. Προς επίρρωση των ανωτέρω συνηγορούν και τα ακόλουθα που αναφέρονται στην αιτιολογική έκθεση του Ν. 4072/2012: «... Σύμφωνα, επίσης, με τη διάταξη της ΑΚ 766, όπως αυτή πάγια ερμηνεύεται από τη νομολογία, η καταγγελία ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης εταιρίας ορισμένου χρόνου από έναν εταίρο επιφέρει πάντα τη λύση της εταιρίας, ακόμα δηλαδή και αν δεν υπάρχει σπουδαίος λόγος. Όπως είναι φανερό, τόσο οι ως άνω ρυθμίσεις του ΑΚ όσο και οι θέσεις της νομολογίας δεν ανταποκρίνονται στο αίτημα της διατήρησης της επιχείρησης, αφού, χωρίς να υπάρχει αποχρών οικονομικός λόγος, μπορούν να επιφέρουν τη διάλυση ακόμα και υγιών επιχειρήσεων». Με βάση την ανωτέρω διαπίστωση, διαμορφώνεται νέο καθεστώς λύσης των εμπορικών εταιριών, ο δε εξυπηρετούμενος σκοπός αυτού προκύπτει επίσης με σαφήνεια από την αιτιολογική έκθεση του Ν. 4072/2012, σύμφωνα με την οποία: «Προβλέπεται ως νέος λόγος η λύση της εταιρίας με δικαστική απόφαση, ύστερα από αίτηση του εταίρου, εφόσον υπάρχει σπουδαίος λόγος [άρθρο 11 παρ. 1 στ. δ΄). Η ρύθμιση αποτρέπει τη λύση της εταιρίας, χωρίς να υπάρχει πράγματι σπουδαίος λόγος, όπως δέχεται η νομολογία που προαναφέρθηκε σχετικά με την καταγγελία. Δεδομένου ότι προβλέπεται και δικαίωμα εξόδου του εταίρου, το δικαίωμα δικαστικής λύσης της εταιρίας παρέχεται ως ultimum refugium σε περιπτώσεις που ο εταίρος έχει προς τούτο ειδικό έννομο συμφέρον.
Η δικαστική λύση της εταιρίας για σπουδαίο λόγο αφορά τόσο την εταιρία αορίστου όσο και την ορισμένου χρόνου». Στην ως άνω αιτιολογική έκθεση διατυπώνονται τα εξής: «Πέραν της δυνατότητας του εταίρου να επιφέρει τη δικαστική λύση της εταιρίας σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1 περ. δ, προβλέπεται για πρώτη φορά το δικαίωμα εξόδου του εταίρου από την εταιρία. Το δικαίωμα εξόδου αντικαθιστά έτσι - χωρίς όμως να καταργεί, καθόσον μπορεί να εισαχθεί με την εταιρική σύμβαση- το δικαίωμα καταγγελίας». Σημειώνεται ότι στην ως άνω διάταξη του άρθρου 259 του Ν. 4072/2012, το στοιχείο του «σπουδαίου λόγου» επιτελεί τη συμβιβαστική λειτουργία ανάμεσα στην ανάγκη διατήρησης των συμφωνηθέντων, που στηρίζεται στην αυστηρότητα της αρχής «pacta sunt servanta», και στην ανάγκη αποδέσμευσης από «επαχθείς» έννομες σχέσεις, δεδομένου ότι, παρ΄ όλο που τα συμβαλλόμενα μέρη εξέφρασαν τη βούληση τους η εταιρική σχέση που τους συνδέει να διαρκέσει για κάποιο συγκεκριμένη χρονικό διάστημα, εντούτοις, η έννομη τάξη αναγνωρίζει, ότι δεν είναι δίκαιο κάποιος, του οποίου τα έννομα συμφέροντα ενδεχομένως προσβάλλονται από τη λειτουργία ενός ενοχικού δεσμού, να υποχρεώνεται να μετέχει σε μια έννομη σχέση, η οποία αλλιώς ξεκίνησε και αλλιώς μετεξελίχθηκε (αρχή της επιείκειας), με την αρχή αυτή (της επιείκειας), λόγω της πολυσχιδούς φύσης του ίδιου του αντικειμένου της, να στηρίζεται στην εφαρμογή γενικών ρητρών-αόριστων εννοιών, οι οποίες κάθε φορά χρήζουν εξειδίκευσης ανάλογα με τα εκάστοτε πραγματικά περιστατικό. Συνιστά δε σπουδαίο λόγο οποιοδήποτε περιστατικό, που ανάγεται, στο πρόσωπο ή όχι του αιτούντος, το οποίο, σύμφωνα με την αρχή της καλής πίστης και τα συναλλακτικά ήθη, καθιστά, στη συγκεκριμένη περίπτωση, επαχθή για τον καταγγέλλοντα εταίρο την εξακολούθηση της εταιρίας έως το χρόνο λήξης της διάρκειάς της.
Τέτοια περιστατικά είναι η αθέτηση των εταιρικών υποχρεώσεων, η κακή διαχείρισή τους, οι διαρκείς διαφωνίες, το μίσος μεταξύ των εταίρων, η διακοπή ή η διατάραξη των προσωπικών σχέσεων μεταξύ των συνεταίρων, όταν αυτή παρουσιάζει σοβαρό και εξακολουθητικό χαρακτήρα και πάντα σε συνάρτηση με αποχρώντες οικονομικούς λόγους που έχουν ως επακόλουθο είτε την παράλυση της λειτουργίας της είτε την αδυναμία της εκπλήρωσης του σκοπού της (ΕφΑθ 1715/2005 ). Κατά τη διάταξη του άρθρου 263 του νόμου 4072/2012 «Αν συντρέχει στο πρόσωπο ενός εταίρου περιστατικό που θα δικαιολογούσε τη λύση της εταιρείας σύμφωνα με την περίπτωση δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 259, το Μονομελές Πρωτοδικείο (ήδη το Ειρηνοδικείο βλ. άρθρο 8 Ν. 4198/2013 που ισχύει από 11.10.2013) μπορεί, ύστερα από αίτηση των λοιπών εταίρων, η οποία εκδικάζεται κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, αντί της λύσης της εταιρείας, να διατάξει τον αποκλεισμό του εταίρου». Από τη γραμματική διατύπωση της ανωτέρω διάταξης σαφώς συνάγεται ότι προϋπόθεση του αποκλεισμού του εταίρου είναι η ύπαρξη άλλων δύο τουλάχιστον εταίρων με αίτηση των οποίων και υπό τη συνδρομή των λοιπών προϋποθέσεων της ανωτέρω διατάξεως θα προτιμηθεί από το Δικαστήριο η επιλογή του αποκλεισμού του εταίρου αντί της λύσης της ομορρύθμου εταιρίας.
(Εφετείο Λάρισας 289/2015, iNLAW.GR)